Το Α’ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε ότι σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα, τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και το Οικογενειακό Δίκαιο σε περίπτωση διακοπής της συμβίωσης των συζύγων, την άσκηση της γονικής μέριμνας των ανήλικων τέκνων την έχουν από κοινού και οι δύο γονείς και σε περίπτωση διαφωνίας των γονέων το λόγο έχουν τα δικαστήρια.
Σύμφωνα πάντα με το ΣτΕ, νόμιμοι αντιπρόσωποι των ανήλικων τέκνων ενώπιον των δικαστηρίων αλλά και για κάθε άλλη δικοπραξία είναι και οι δύο γονείς, οι οποίοι ασκούν από κοινού τη γονική μέριμνα επί των παιδιών.
Παράλληλα, σύμφωνα με την απόφαση του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, «αν η άσκηση της γονικής μέριμνας έχει κατανεμηθεί ανάμεσα στους γονείς, λόγω διάστασής τους, κατ’ άρθρο 1514 ΑΚ και η επιμέλεια του ανηλίκου έχει ανατεθεί με δικαστική απόφαση στον έναν από τους γονείς, λ.χ. τη μητέρα, τότε η τελευταία έχει αρμοδιότητα να αποφασίζει για τα τρέχοντα και καθημερινά μόνο θέματα τα σχετιζόμενα με την επιμέλεια του τέκνου και όχι για τα λοιπά (σοβαρά) θέματα, επί των οποίων η λήψη αποφάσεως εξακολουθεί να παραμένει στον πυρήνα της γονικής μέριμνας».
Το ΣτΕ το απασχόλησε περίπτωση Ελληνίδας η οποία ήταν έγγαμη με Ιορδανό γιατρό, πολιτογραφημένο Έλληνα υπήκοο και με τον οποίο κατά τα έτη 1982, 1988 και 1992 απέκτησε τρία τέκνα (δύο κορίτσια και ένα αγόρι). Τον Ιούλιο του 1996 μέσω των δικαστηρίων (ασφαλιστικά μέτρα και εν συνεχεία με δικαστική απόφαση), επικαλούμενη τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης με το σύζυγό της, της ανατέθηκε η επιμέλεια των τριών ανήλικων (τότε) παιδιών της.
Σύμφωνα πάντα με το ΣτΕ, νόμιμοι αντιπρόσωποι των ανήλικων τέκνων ενώπιον των δικαστηρίων αλλά και για κάθε άλλη δικοπραξία είναι και οι δύο γονείς, οι οποίοι ασκούν από κοινού τη γονική μέριμνα επί των παιδιών.
Παράλληλα, σύμφωνα με την απόφαση του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, «αν η άσκηση της γονικής μέριμνας έχει κατανεμηθεί ανάμεσα στους γονείς, λόγω διάστασής τους, κατ’ άρθρο 1514 ΑΚ και η επιμέλεια του ανηλίκου έχει ανατεθεί με δικαστική απόφαση στον έναν από τους γονείς, λ.χ. τη μητέρα, τότε η τελευταία έχει αρμοδιότητα να αποφασίζει για τα τρέχοντα και καθημερινά μόνο θέματα τα σχετιζόμενα με την επιμέλεια του τέκνου και όχι για τα λοιπά (σοβαρά) θέματα, επί των οποίων η λήψη αποφάσεως εξακολουθεί να παραμένει στον πυρήνα της γονικής μέριμνας».
Το ΣτΕ το απασχόλησε περίπτωση Ελληνίδας η οποία ήταν έγγαμη με Ιορδανό γιατρό, πολιτογραφημένο Έλληνα υπήκοο και με τον οποίο κατά τα έτη 1982, 1988 και 1992 απέκτησε τρία τέκνα (δύο κορίτσια και ένα αγόρι). Τον Ιούλιο του 1996 μέσω των δικαστηρίων (ασφαλιστικά μέτρα και εν συνεχεία με δικαστική απόφαση), επικαλούμενη τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης με το σύζυγό της, της ανατέθηκε η επιμέλεια των τριών ανήλικων (τότε) παιδιών της.
Παράλληλα, η μητέρα των ανήλικων παιδιών ζήτησε και έγινε δεκτή από τη Διεύθυνση Κρατικής Ασφάλειας η απαγόρευση εξόδου από την Ελλάδα των τριών παιδιών της. Σε όλα τα αεροδρόμια της χώρας διαβιβάστηκε η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και καταχωρίστηκε στον ηλεκτρονικό υπολογιστή του υπουργείου Δημόσιας Τάξης.
Με ιδιωτικό συμφωνητικό ρυθμίστηκαν τα θέματα επικοινωνίας των δύο γονέων με τα παιδιά. Έτσι, το Πάσχα του 1997, ο πατέρας παρέλαβε τη Μεγάλη Πέμπτη τα τρία ανήλικα παιδιά με υποχρέωση να τα επιστρέψει την Τρίτη του Πάσχα. Ο Ιορδανός πατέρας οδήγησε τα παιδιά στο Ανατολικό Αεροδρόμιο Αθηνών και με πτήση των συριακών αερογραμμών μετέβησαν όλοι μαζί στο Αμάν της Ιορδανίας μέσω Δαμασκού.
Ο υπεύθυνος αστυνομικός του αεροδρομίου αρκέστηκε στον έλεγχο ταυτοπροσωπίας και σφράγισης των διαβατηρίων των τριών ανηλίκων, χωρίς να πληκτρολογήσει τα στοιχεία τους στον ηλεκτρονικό υπολογιστή και στη συνέχεια επέτρεψε την αναχώρησή τους.
Αποτέλεσμα της παράλειψης αυτής του αστυνομικού οργάνου –σύμφωνα με την απόφαση του ΣτΕ– ήταν «η διαφυγή των ανήλικων από τη χώρα, παρά την υπάρχουσα στον ηλεκτρονικό υπολογιστή του αεροδρομίου καταχωρισμένη απαγόρευση εξόδου τους και η μη επιστροφή τους έκτοτε στην Ελλάδα».
Κατόπιν αυτών, ύστερα από Ένορκη Διοικητική Εξέταση που διεξήχθη διαπιστώθηκε αμέλεια του υπεύθυνου αστυνομικού του αεροδρομίου κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του και του επιβλήθηκε πρόστιμο στέρησης ενός μισθού, λόγω της διαφυγής των παιδιών στο εξωτερικό.
Ακολούθως, η μητέρα με αγωγή της στράφηκε κατά του Δημοσίου διεκδικώντας ατομικά το ποσό των 146.735 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από την αμέλεια του αστυνομικού του αεροδρομίου, ενώ διεκδίκησε και αντίστοιχο ποσό για τα τρία ανήλικα παιδιά.
Για την ενέργειά της αυτή η μητέρα επικαλέστηκε το βίαιο αποχωρισμό από τα παιδιά της, ο οποίος της προκάλεσε αβάστακτο ψυχικό πόνο και της προσέβαλε την προσωπικότητά της. Επίσης, αναφέρει ότι μετά τη «φυγάδευση των παιδιών στο Αμάν δεν έχει τη δυνατότητα επικοινωνίας μαζί τους, αλλά δεν μπορεί να μεταβεί η ίδια στην Ιορδανία προς αναζήτησή τους, επειδή είναι μουσουλμανική χώρα και επικρατούν διαφορετικές αντιλήψεις σε σχέση με την οικογένεια και τη θέση της γυναίκας».
Ακολούθως, η μητέρα με αγωγή της στράφηκε κατά του Δημοσίου διεκδικώντας ατομικά το ποσό των 146.735 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από την αμέλεια του αστυνομικού του αεροδρομίου, ενώ διεκδίκησε και αντίστοιχο ποσό για τα τρία ανήλικα παιδιά.
Για την ενέργειά της αυτή η μητέρα επικαλέστηκε το βίαιο αποχωρισμό από τα παιδιά της, ο οποίος της προκάλεσε αβάστακτο ψυχικό πόνο και της προσέβαλε την προσωπικότητά της. Επίσης, αναφέρει ότι μετά τη «φυγάδευση των παιδιών στο Αμάν δεν έχει τη δυνατότητα επικοινωνίας μαζί τους, αλλά δεν μπορεί να μεταβεί η ίδια στην Ιορδανία προς αναζήτησή τους, επειδή είναι μουσουλμανική χώρα και επικρατούν διαφορετικές αντιλήψεις σε σχέση με την οικογένεια και τη θέση της γυναίκας».
Τέλος, το ΣτΕ επιδίκασε στην ίδια το ποσό των 146.735 ευρώ ως αποζημίωση και δεν δέχθηκε την αγωγή των παιδιών.
ΠΗΓΗ: ΠΡΕΖΑ TV 6-4-2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου