Μ.Κ.Ο “ΠΑΤΡΟΤΗΣ”
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΠΑΤΡΟΤΗΤΑΣ
"ΠΑΤΡΟΤΗΣ"
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
Αρ. πρωτ. 2685 Ημερομ. 20-5-09
Ακαδημίας 95, 1ος όροφος, Αθήνα τηλ/fax. 210-3842003
τηλ.2103842309 – 2103842363 – 2103842374 - 2103842380
Αθήνα, 20/05/2009
Προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης
Αξιότιμε κύριε Υπουργέ,
Σε συνέχεια της υπ’ αριθμ. 2374/ 04-05-09 επιστολής μας, σχετικά με την αναμόρφωση των διατάξεων του οικογενειακού δικαίου και τα ζητήματα γονικής μέριμνας και συνεπιμέλειας, θέλουμε να συμπληρώσουμε στις προτάσεις μας και στο πρώτο από τα αιτήματά μας (1ον αίτημα σελ.3) “την προώθηση νομοσχεδίου για να θέσει σε ισχύ, την “Σύμβασης για την επικοινωνία αναφορικά με τα παιδιά” του Συμβουλίου της Ευρώπης CETS: No:192 που ισχύει από την 01/09/2005 και έχει υπογραφεί από την Ελλάδα από την 09/10/2003”, την οποία σας επισυνάπτουμε.
Θεωρούμε απαραίτητη την άμεση ψήφιση Νόμου που θα επικυρώνει την Σύμβαση αυτή στη χώρα μας, καθώς θα βοηθήσει τα μέγιστα στην διευκόλυνση της επικοινωνίας Ευρωπαίων Ελλήνων πολιτών με τα τέκνα τους, που διαμένουν εντός της Ευρωπαϊκής Ηπείρου με τα οποία έχει διακοπεί παρά την θέλησή τους η επικοινωνία, λύνοντας έτσι σοβαρά οικογενειακά δράματα.
Θα θέλαμε επίσης να επισημάνουμε την παιδοκεντρική αντίληψη της Σύμβασης (σε αντίθεση δυστυχώς με την γονεοκεντρική αντίληψη από την οποία διακρίνεται το Ελληνικό Οικογενειακό Δίκαιο) που αναγνωρίζει στα παιδιά (και όχι μόνο τους γονείς) το δικαίωμα συχνής επικοινωνίας και με τους δυο γονείς τους, καθώς και τα υπόλοιπα πρόσωπα με τα οποία έχουν δεσμούς και σχέσεις.
Κλείνοντας, θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι θεωρούμε αδιανόητο και καταστροφικό για τα παιδιά μας,(Ευρωπαίοι Έλληνες Πολίτες) η Σύμβαση αυτή να μην έχει επικυρωθεί ακόμα από την Ελλάδα, όταν είναι σε εφαρμογή ήδη από το 2005 σε χώρες που ακόμα δεν είναι καν ενταγμένες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως η Αλβανία και η Ουκρανία.
Με εκτίμηση
ΣΤΑΥΡΟΣ ΓΙΑΚΜΟΓΛΟΥ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ Δ.Σ.
Μ.Κ.Ο. “ΠΑΤΡΟΤΗΣ”
ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ
CETS: No.: 192
ΤΟ ΥΠΕΓΡΑΨΕ Η ΕΛΛΑΔΑ 9/10/2003
Στρασβούργο, 15 Μαΐου 2003
|
Προοίμιο
Τα Κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και τα άλλα Κράτη που έχουν υπογράψει την παρούσα Σύμβαση,
Λαμβάνοντας υπόψη την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Αναγνώριση και Εκτέλεση Αποφάσεων που αφορούν σε Κηδεμονία Ανηλίκων και στην Αποκατάσταση Κηδεμονίας Ανηλίκων της 20ης Μαΐου 1980 (ETS No. 105).
Λαμβάνοντας υπόψη την Σύμβαση της Χάγης της 25ης Οκτωβρίου 1980 για τις Αστικές Πτυχές της Διεθνούς Απαγωγής Παιδιών και για την Σύμβαση της Χάγης της 19ης Οκτωβρίου 1996 για τη Δικαιοδοσία, Εφαρμοστέο Δίκαιο, Αναγνώριση, Εκτέλεση και Συνεργασία αναφορικά με την Γονική Ευθύνη και Μέτρα για την Προστασία Παιδιών.
Λαμβάνοντας υπόψη την Οδηγία του Συμβουλίου με Αριθμό 1347/2000 της 29ης Μαΐου 2000 για την δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εφαρμογή αποφάσεων σε θέματα, που αφορούν το γάμο και σε θέματα γονικής ευθύνης για παιδιά και των δύο συζύγων.
Αναγνωρίζοντας ότι, όπως προνοείται στις διάφορες διεθνής νομικές πράξεις του Συμβουλίου της Ευρώπης ως επίσης στο Άρθρο 3 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού της 20ης Νοεμβρίου 1989, το υπέρτατο συμφέρον του παιδιού είναι πρωτίστης σημασίας.
Γνωρίζοντας την ανάγκη για επιπρόσθετες διατάξεις για την διαφύλαξη της επικοινωνίας μεταξύ των παιδιών και των γονιών τους και άλλων προσώπων που έχουν οικογενειακούς δεσμούς με παιδιά, όπως διαφυλάσσονται στο Άρθρο 8 της Σύμβασης για την Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Βασικών Ελευθεριών της 4ης Νοεμβρίου 1950 (ETS No. 05).
Λαμβάνοντας υπόψη το Άρθρο 9 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, που προνοεί για το δικαίωμα του παιδιού, που έχει διαχωρισθεί από τον ένα ή και τους δύο γονείς, να διατηρεί προσωπικές σχέσεις και άμεση επικοινωνία με τους δύο γονείς πάνω σε τακτική βάση, εκτός όταν αυτό έρχεται σε αντίθεση με το υπέρτατο συμφέρον του παιδιού.
Λαμβάνοντας υπόψη την παράγραφο 2 του Άρθρου 10 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, που προνοεί για τα δικαιώματα του παιδιού, του οποίου οι γονείς διαμένουν σε διαφορετικά Κράτη, να διατηρεί πάνω σε τακτική βάση, εκτός εξαιρετικών περιστάσεων, προσωπικούς δεσμούς και άμεση επικοινωνία με τους δύο γονείς.
Γνωρίζοντας την επιθυμία για αναγνώριση όχι μόνον των γονέων αλλά επίσης και των παιδιών ως κατόχους δικαιωμάτων.
Συμφωνώντας συμπερασματικά για την αντικατάσταση του ορισμού «πρόσβαση στα παιδιά» με τον ορισμό «επικοινωνία αναφορικά με τα παιδιά».
Λαμβάνοντας υπ’ όψη την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Άσκηση Δικαιωμάτων των Παιδιών (ETS No. 160) και την επιθυμία για προαγωγή μέτρων τα οποία βοηθούν τα παιδιά σε θέματα που αφορούν επικοινωνία με γονείς και άλλα πρόσωπα τα οποία έχουν οικογενειακούς δεσμούς με τα παιδιά
Συμφωνώντας στην ανάγκη τα παιδιά να έχουν επικοινωνία όχι μόνο με τους δύο γονείς αλλά επίσης με ορισμένα άλλα πρόσωπα τα οποία έχουν οικογενειακούς δεσμούς με τα παιδιά και στη σημασία για τους γονείς και εκείνα τα άλλα πρόσωπα να παραμείνουν σε επικοινωνία με τα παιδιά, τηρουμένου του υπέρτατου συμφέροντος του παιδιού.
Σημειώνοντας την ανάγκη για προώθηση υιοθέτησης από τα Κράτη κοινών αρχών σχετικά με την επικοινωνία αναφορικά με τα παιδιά, ιδιαίτερα προς διευκόλυνση της εφαρμογής των διεθνών πράξεων στον τομέα αυτό.
Αντιλαμβανόμενοι ότι οι μηχανισμοί που δημιουργούνται για εφαρμογή ξένων διαταγμάτων που σχετίζονται με την επικοινωνία αναφορικά με παιδιά είναι πιθανότερο να επιφέρουν ικανοποιητικά αποτελέσματα όπου οι αρχές στις οποίες στηρίζονται αυτά τα ξένα διατάγματα είναι όμοιες με τις αρχές του Κράτους που εφαρμόζει τέτοια ξένα διατάγματα.
Αναγνωρίζοντας την ανάγκη, όταν παιδιά και γονείς και άλλα πρόσωπα τα οποία έχουν οικογενειακούς δεσμούς με τα παιδιά ζουν σε διαφορετικά Κράτη, να ενθαρρύνουν τις δικαστικές αρχές να κάνουν πιο συχνή χρήση της διασυνοριακής επικοινωνίας και να αυξάνουν την εμπιστοσύνη όλων των εμπλεκομένων προσώπων ότι τα παιδιά θα επιστρέφονται στο τέλος τέτοιας επικοινωνίας.
Σημειώνοντας ότι, η παροχή αποτελεσματικής προστασίας και επιπρόσθετων εγγυήσεων είναι πιθανόν να διασφαλίσουν την επιστροφή των παιδιών, ιδιαίτερα στο τέλος διασυνοριακής επικοινωνίας.
Σημειώνοντας ότι μια επιπρόσθετη διεθνής πράξη είναι απαραίτητη για την παροχή λύσεων σχετιζομένων ιδιαίτερα με την διασυνοριακή επικοινωνία αναφορικά με τα παιδιά. Επιθυμώντας την εγκαθίδρυση συνεργασίας μεταξύ όλων των κεντρικών αρχών και άλλων σωμάτων για την προώθηση και βελτίωση της επικοινωνίας μεταξύ των παιδιών και των γονέων τους και άλλων προσώπων που έχουν οικογενειακούς δεσμούς με τέτοια παιδιά, και ιδιαίτερα για την προώθηση της δικαστικής συνεργασίας σε υποθέσεις που αφορούν διασυνοριακή επικοινωνία.
Έχουν συμφωνήσει ως ακολούθως:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι – ΣΚΟΠΟΙ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ
Άρθρο 1 – Σκοποί της Σύμβασης
Οι σκοποί της παρούσας Σύμβασης είναι:
α. ο καθορισμός γενικών αρχών οι οποίες να εφαρμόζονται σε διατάγματα
επικοινωνίας.
β. ο ορισμός κατάλληλης προστασίας και εγγυήσεων για να διασφαλιστεί η ορθή άσκηση επικοινωνίας και η άμεση επιστροφή των παιδιών στο τέλος της περιόδου επικοινωνίας.
γ. η δημιουργία συνεργασίας μεταξύ κεντρικών αρχών, δικαστικών αρχών και άλλων σωμάτων για την προώθηση και βελτίωση της επικοινωνίας μεταξύ παιδιών και των γονέων τους και άλλων προσώπων που έχουν οικογενειακούς δεσμούς με τα παιδιά.
Άρθρο 2 – Ορισμοί
Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης:
α. «επικοινωνία» σημαίνει:
i. το παιδί να διαμένει για περιορισμένη περίοδο χρόνου ή να συναντάται με πρόσωπο που αναφέρεται στα Άρθρα 4 και 5 με το οποίο δεν διαμένει συνήθως.
ii. οποιαδήποτε μορφή επικοινωνίας μεταξύ του παιδιού και τέτοιου προσώπου.
iii. η παροχή πληροφοριών σε τέτοιο πρόσωπο αναφορικά με το παιδί ή στο παιδί αναφορικά με τέτοιο πρόσωπο.
β. «διάταγμα επικοινωνίας» σημαίνει απόφαση δικαστικής αρχής αναφορικά με επικοινωνία, συμπεριλαμβανομένης συμφωνίας αναφορικά με επικοινωνία η οποία επιβεβαιώνεται από αρμόδια δικαστική αρχή ή η οποία έχει συνταχθεί επίσημα ή εγγραφεί ως αυθεντική πράξη και η οποία είναι εκτελεστέα.
γ. «παιδί» σημαίνει πρόσωπο κάτω των 18 χρόνων αναφορικά με το οποίο δύναται να εκδοθεί ή εκτελεστεί διάταγμα επικοινωνίας σε Κράτος Μέλος.
δ. «οικογενειακοί δεσμοί» σημαίνει στενή σχέση, όπως μεταξύ παιδιού και παππού ή γιαγιάς του ή αμφιθαλή ή ετεροθαλή αδέλφια, βασισμένη στο νόμο ή σε de facto οικογενειακή σχέση.
ε. «δικαστική αρχή» σημαίνει δικαστήριο ή διοικητική αρχή με ισότιμες εξουσίες.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ – ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ
ΣΕ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Άρθρο 3 – Εφαρμογή των αρχών
Τα Κράτη Μέρη υιοθετούν τέτοια νομοθετικά και άλλα μέτρα όπως δυνατόν να είναι αναγκαίο για να διασφαλισθεί ότι οι αρχές οι οποίες περιέχονται στο παρόν κεφάλαιο εφαρμόζονται από τις δικαστικές αρχές κατά την έκδοση, τροποποίηση, αναστολή ή ακύρωση διαταγμάτων επικοινωνίας.
Άρθρο 4 – Επικοινωνία μεταξύ παιδιού και των γονέων του.
1. Το παιδί και οι γονείς του έχουν το δικαίωμα να αποκτούν και να διατηρούν συχνή επικοινωνία ο ένας με τον άλλο.
2. Τέτοια επικοινωνία μπορεί να περιορίζεται ή να αποκλείεται μόνον όπου είναι απαραίτητο για το υπέρτατο συμφέρον του παιδιού.
3. Όπου δεν είναι προς το υπέρτατο συμφέρον του παιδιού να διατηρεί μη επιβλεπόμενη επικοινωνία με έναν από τους γονείς του, η πιθανότητα επιβλεπόμενης προσωπικής επικοινωνίας ή άλλες μορφές επικοινωνίας με αυτό τον γονέα πρέπει να εξετάζεται.
Άρθρο 5 – Επικοινωνία μεταξύ παιδιού και άλλων προσώπων εκτός των γονέων του
1. Τηρουμένου του υπέρτατου συμφέροντος του παιδιού, επικοινωνία μπορεί να δημιουργηθεί μεταξύ παιδιού και άλλων προσώπων εκτός των γονέων του οι οποίοι έχουν οικογενειακούς δεσμούς με το παιδί.
2. Τα Κράτη Μέρη είναι ελεύθερα να επεκτείνουν την παρούσα διάταξη σε πρόσωπα άλλα από εκείνα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και όπου εφαρμόζεται τέτοια επέκταση, τα Κράτη μπορούν να αποφασίζουν ελεύθερα ποιες πτυχές επικοινωνίας, όπως καθορίζονται στο Άρθρο 2, σημείο α, θα εφαρμόζονται.
Άρθρο 6 – Το δικαίωμα παιδιού να πληροφορείται, να ζητείται η γνώμη του και να εκφράζει τις απόψεις του.
1. Παιδί το οποίο θεωρείται από το εσωτερικό δίκαιο ότι έχει επαρκή κατανόηση έχει το δικαίωμα, εκτός εάν αυτό θα ήταν έκδηλα αντίθετο προς το υπέρτατο συμφέρον του, να:
- λαμβάνει όλες τις σχετικές πληροφορίες
- να ζητείτε η γνώμη του
- εκφράζει τις απόψεις του.
2. Το απαιτούμενο βάρος πρέπει να δίδεται στις απόψεις αυτές και στις επιθυμίες και αισθήματα του παιδιού που δυνατόν να εξακριβωθούν.
Άρθρο 7 – Επίλυση διαφορών αναφορικά με την επικοινωνία.
Όταν επιλύουν διαφορές αναφορικά με την επικοινωνία, οι δικαστικές αρχές οφείλουν να λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα ώστε:
α. να διασφαλίζεται ότι και οι δύο γονείς είναι ενήμεροι της σημασίας, τόσο για το παιδί όσο και για αυτούς τους δύο, της καθιέρωσης και διατήρησης τακτικής επικοινωνίας με το παιδί τους.
β. να ενθαρρύνονται οι γονείς και άλλα πρόσωπα τα οποία έχουν οικογενειακούς δεσμούς με το παιδί να επιτύχουν φιλικές συμφωνίες αναφορικά με την επικοινωνία, ιδιαίτερα μέσω της χρήσης της οικογενειακής διαμεσολάβησης και άλλων διαδικασιών για επίλυση διαφορών.
γ. πριν τη λήψη απόφασης, να διασφαλίζεται ότι κατέχουν επαρκή ενημέρωση στην διάθεση τους, ιδιαίτερα από κατόχους γονικής ευθύνης, ούτως ώστε να αποφασίζουν προς το υπέρτατο συμφέρον του παιδιού, και, όπου είναι απαραίτητο, να λαμβάνουν περαιτέρω ενημέρωση από άλλα σχετικά σώματα ή πρόσωπα.
Άρθρο 8 – Συμφωνίες επικοινωνίας.
1. Τα Κράτη Μέρη ενθαρρύνουν, με τρόπους τους οποίους θεωρούν κατάλληλους, γονείς και άλλα πρόσωπα τα οποία έχουν οικογενειακούς δεσμούς με το παιδί να συμμορφώνονται με τις αρχές που καθορίζονται στα Άρθρα 4 έως 7 κατά την κατάρτηση ή διαφοροποίηση συμφωνιών για επικοινωνία αναφορικά με παιδί. Οι συμφωνίες αυτές προτιμότερο να είναι γραπτές.
2. Μετά από αίτημα, οι δικαστικές αρχές, με εξαίρεση όπου προνοείται διαφορετικά στο εσωτερικό δίκαιο, επικυρώνουν συμφωνία για επικοινωνία αναφορικά με παιδί, εκτός εάν είναι αντίθετη προς το υπέρτατο συμφέρον του παιδιού.
Άρθρο 9 – Εφαρμογή διαταγμάτων επικοινωνίας.
Τα Κράτη Μέρη λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλισθεί η εφαρμογή των διαταγμάτων επικοινωνίας.
Άρθρο 10 – Προστατευτικά Μέτρα και Εγγυήσεις οι οποίες πρέπει να
ληφθούν αναφορικά με την επικοινωνία.
1. Κάθε Κράτος Μέρος προνοεί και προωθεί τη χρήση προστατευτικών μέτρων και εγγυήσεων. Κοινοποιεί, μέσω των κεντρικών αρχών του, στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, εντός τριών μηνών από την έναρξη ισχύος της παρούσας Σύμβασης για εκείνο το Κράτος Μέρος, το λιγότερο τρεις κατηγορίες προστατευτικών μέτρων και εγγυήσεων οι οποίες είναι διαθέσιμες στο εσωτερικό του δίκαιο, επιπροσθέτως των προστατευτικών μέτρων και εγγυήσεων που αναφέρονται στη παράγραφο 3, του Άρθρου 4 και στο σημείο β της παραγράφου 1 του Άρθρου 14 της παρούσας Σύμβασης. Αλλαγές στα διαθέσιμα προστατευτικά μέτρα και εγγυήσεις κοινοποιούνται το συντομότερο δυνατόν.
2. Όπου οι περιστάσεις της υπόθεσης το απαιτούν, οι δικαστικές αρχές δύνανται, οποτεδήποτε, να εκδώσουν διάταγμα επικοινωνίας υπό τον όρον οποιονδήποτε προστατευτικών μέτρων και εγγυήσεων, αμφοτέρων προς το σκοπό διασφάλισης ότι το διάταγμα θα εφαρμοστεί και ότι, είτε το παιδί επιστρέφει κατά το τέλος της περιόδου επικοινωνίας στο μέρος στο οποίο διαμένει συνήθως, ή, ότι δεν μετακινείται εσφαλμένως:
α. Προστατευτικά μέτρα και εγγυήσεις για να διασφαλιστεί ότι το διάταγμα θα εφαρμοστεί, δύνανται ιδιαίτερα να περιλαμβάνουν:
- επίβλεψη της επικοινωνίας.
- την υποχρέωση προσώπου να καταβάλει τα έξοδα ταξιδιού και διαμονής του παιδιού και, ως ήθελε είναι κατάλληλο, οποιουδήποτε άλλου προσώπου το οποίο συνοδεύει το παιδί.
- κατάθεση εγγύησης από το πρόσωπο με το οποίο συνήθως διαμένει το παιδί για να διασφαλισθεί ότι το πρόσωπο το οποίο επιδιώκει επικοινωνία με το παιδί δεν εμποδίζεται από το να έχει τέτοια επικοινωνία.
- επιβολή προστίμου στο πρόσωπο με το οποίο συνήθως διαμένει το παιδί, σε περίπτωση που το πρόσωπο αυτό αρνείται να συμμορφωθεί με το διάταγμα επικοινωνίας.
β. Προστατευτικά μέτρα και εγγυήσεις για να διασφαλιστεί η επιστροφή του παιδιού ή να παρεμποδιστεί η ανάρμοστη μετακίνηση, δύνανται ιδιαίτερα να περιλαμβάνουν:
- την παράδοση διαβατηρίων ή δελτίων ταυτότητας και όπου είναι κατάλληλο, έγγραφο το οποίο καταδεικνύει ότι το πρόσωπο το οποίο επιδιώκει επικοινωνία έχει ειδοποιήσει την αρμόδια προξενική αρχή για τέτοια παράδοση κατά την περίοδο της επικοινωνίας.
- οικονομικές εγγυήσεις.
- επιβαρύνσεις σε ιδιοκτησία.
- δεσμεύσεις ή όρους στο δικαστήριο.
- την υποχρέωση του προσώπου το οποίο έχει επικοινωνία με το παιδί να παρουσιάζεται αυτοπροσώπως, μαζί το παιδί, τακτικά ενώπιον αρμόδιου σώματος, όπως, αρχή ευημερίας νέων ή αστυνομικό σταθμό, στον τόπο στον οποίο θα λάβει χώραν η επικοινωνία.
- την υποχρέωση του προσώπου το οποίο επιδιώκει επικοινωνία να παρουσιάσει έγγραφο, το οποίο εκδίδεται από το Κράτος στο οποίο θα λάβει χώρα η επικοινωνία, το οποίο πιστοποιεί την αναγνώριση και δήλωση της εφαρμογής του διατάγματος κηδεμονίας ή του διατάγματος επικοινωνίας ή και των δύο, είτε πριν την έκδοση διατάγματος επικοινωνίας είτε πριν λάβει χώρα η επικοινωνία.
- την επιβολή προϋποθέσεων αναφορικά με τον τόπο στον οποίο θα ασκηθεί η επικοινωνία και, όπου είναι κατάλληλο, η εγγραφή, σε οποιονδήποτε εθνικό ή διασυνοριακό σύστημα πληροφοριών, απαγόρευσης, η οποία εμποδίζει το παιδί να φύγει από το Κράτος στο οποίο λαμβάνει χώραν η επικοινωνία.
3. Οποιαδήποτε τέτοια προστατευτικά μέτρα και εγγυήσεις γίνονται γραπτώς ή αποδεικνύονται γραπτώς και αποτελούν μέρος του διατάγματος επικοινωνίας ή της επικυρωμένης συμφωνίας.
4. Εάν προστατευτικά μέτρα ή εγγυήσεις πρόκειται να εφαρμοστούν σε άλλο Κράτος Μέρος, η δικαστική αρχή προτιμότερο να διατάξει τέτοια προστατευτικά μέτρα ή εγγυήσεις τα οποία δυνατόν να εφαρμοστούν στο εν λόγω Κράτος Μέρος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ – ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΚΑΙ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ
ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Άρθρο 11 – Κεντρικές αρχές
1. Κάθε Κράτος Μέρος ορίζει κεντρική αρχή για να εκτελεί τις λειτουργίες που προβλέπονται στην παρούσα Σύμβαση σε υποθέσεις διασυνοριακής επικοινωνίας.
2. Ομοσπονδιακά Κράτη, Κράτη με περισσότερα από ένα νομικά συστήματα, ή Κράτη τα οποία έχουν αυτόνομες εδαφικές μονάδες είναι ελεύθερα να διορίζουν πέραν της μιας κεντρικής αρχής και να προσδιορίζουν την εδαφική ή προσωπική επέκταση των λειτουργιών τους. Όπου ένα Κράτος έχει διορίσει πέραν της μίας κεντρικής αρχής, θα ορίζει την κεντρική αρχή στην οποία μπορεί να απευθύνεται οποιαδήποτε επικοινωνία για μετάδοση στην αρμόδια κεντρική αρχή μέσα στο Κράτος εκείνο.
3. Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης ειδοποιείται για οποιονδήποτε διορισμό δυνάμει του παρόντος Άρθρου.
Άρθρο 12 – Αρμοδιότητες των κεντρικών αρχών.
Οι κεντρικές αρχές των Κρατών Μερών οφείλουν:
α. να συνεργάζονται μεταξύ τους και να προωθούν την συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών, συμπεριλαμβανομένων των δικαστικών αρχών, στις αντίστοιχες χώρες τους, για επίτευξη των σκοπών της Σύμβασης. Θα ενεργούν όσον είναι δυνατόν πιο γρήγορα.
β. με σκοπό να διευκολύνουν την λειτουργία της παρούσας Σύμβασης, να παρέχουν η μια στην άλλη, κατόπιν αίτησης, πληροφορίες αναφορικά με τους νόμους τους που αφορούν γονικές ευθύνες, συμπεριλαμβανομένης της επικοινωνίας και οποιεσδήποτε περαιτέρω λεπτομερείς πληροφορίες αναφορικά με προστατευτικά μέτρα και εγγυήσεις επιπρόσθετα με εκείνες που ήδη παρέχονται σύμφωνα με την παράγραφο 1, του Άρθρου 10, και τις διαθέσιμες υπηρεσίες τους (συμπεριλαμβανομένων των νομικών υπηρεσιών, που χρηματοδοτούνται από το δημόσιο ή διαφορετικά) καθώς επίσης και πληροφορίες που αφορούν οποιεσδήποτε αλλαγές σε αυτούς τους νόμους και υπηρεσίες.
γ. να λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για να ανακαλύψουν που βρίσκεται το παιδί.
δ. να διασφαλίζουν την μετάδοση αιτημάτων για πληροφορίες που προέρχονται από τις αρμόδιες αρχές και σχετίζονται με νομικά ή πραγματικά ζητήματα αναφορικά με εκκρεμούσες διαδικασίες.
ε. να πληροφορούν η μια την άλλη για οποιεσδήποτε δυσκολίες που πιθανόν να προκύψουν κατά την εφαρμογή της Σύμβασης και, κατά το δυνατόν, να περιορίζουν εμπόδια στην εφαρμογή της.
Άρθρο 13 – Διεθνής συνεργασία
1. Οι δικαστικές αρχές, οι κεντρικές αρχές, και τα κοινωνικά και άλλα σώματα των Κρατών Μερών που αφορά, ενεργώντας εντός της αντίστοιχης αρμοδιότητας τους, συνεργάζονται όσον αφορά διαδικασίες οι οποίες αφορούν διασυνοριακή επικοινωνία.
2. Ιδιαίτερα, οι κεντρικές αρχές βοηθούν τις δικαστικές αρχές των Κρατών Μερών να επικοινωνούν μεταξύ τους και να λαμβάνουν τέτοιες πληροφορίες και βοήθεια ως ήθελε να είναι αναγκαία γι’ αυτές, για την πραγμάτωση των σκοπών της παρούσας Σύμβασης.
3. Σε διασυνοριακές υποθέσεις, οι κεντρικές αρχές βοηθούν τα παιδιά, τους γονείς και άλλα πρόσωπα τα οποία έχουν οικογενειακούς δεσμούς με το παιδί, ιδιαίτερα, να εγείρουν διαδικασίες αναφορικά με την διασυνοριακή επικοινωνία.
Άρθρο 14 – Αναγνώριση και εφαρμογή διαταγμάτων διασυνοριακής επικοινωνίας.
1. Τα Κράτη Μέρη παρέχουν, συμπεριλαμβανομένου όπου εφαρμόζεται σύμφωνα με σχετικές διεθνείς πράξεις:
α. σύστημα για την αναγνώριση και εφαρμογή διαταγμάτων που εκδίδονται σε άλλα Κράτη Μέρη αναφορικά με την επικοινωνία και δικαιώματα κηδεμονίας.
β. διαδικασία με την οποία διατάγματα που σχετίζονται με την επικοινωνία και δικαιώματα κηδεμονίας που εκδίδονται σε άλλα Κράτη Μέρη δυνατόν να αναγνωριστούν και να κηρυχθούν εκτελεστά πριν από την επικοινωνία που διεξάγεται εντός του Κράτους στο οποίο απευθύνονται.
2. Εάν σε Κράτος Μέρος η αναγνώριση ή εκτέλεση ή και τα δύο, ξένου διατάγματος υπόκειται στον όρο της ύπαρξης συνθήκης ή αμοιβαιότητας, η παρούσα Σύμβαση δύναται να θεωρηθεί ως τέτοια νομική βάση για αναγνώριση ή εκτέλεση ή και τα δύο, ξένου διατάγματος επικοινωνίας.
Άρθρο 15 – Προϋποθέσεις για εκτέλεση διασυνοριακών διαταγμάτων επικοινωνίας.
Η δικαστική αρχή του Κράτους Μέρους στο οποίο θα εφαρμοστεί διάταγμα διασυνοριακής επικοινωνίας το οποίο έγινε σε άλλο Κράτος Μέρος δύναται, όταν αναγνωρίζει ή κηρύσσει εκτελεστέο τέτοιο διάταγμα επικοινωνίας, ή σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο, να καθορίσει ή να προσαρμόσει τις προϋποθέσεις για εκτέλεση του, ως επίσης οποιαδήποτε προστατευτικά μέτρα ή εγγυήσεις οι οποίες το συνοδεύουν, εάν είναι αναγκαίο για να διευκολυνθεί η διεξαγωγή της επικοινωνίας αυτής, νοουμένου ότι τα ουσιώδη στοιχεία του διατάγματος τυγχάνουν σεβασμού και λαμβάνοντας υπόψη, ιδιαίτερα, οποιαδήποτε αλλαγή συνθηκών και τις διευθετήσεις που γίνονται από τα πρόσωπα που αφορά. Σε καμία περίπτωση, δεν δύναται να αναθεωρηθεί ξένη απόφαση ως προς το περιεχόμενό της.
Άρθρο 16 – Επιστροφή παιδιού
1. Όταν παιδί δεν επιστραφεί κατά το τέλος της περιόδου διασυνοριακής επικοινωνίας η οποία βασίζεται σε διάταγμα επικοινωνίας, οι αρμόδιες αρχές, μετά από αίτημα, διασφαλίζουν την άμεση επιστροφή του παιδιού, με, όπου εφαρμόζεται, την εφαρμογή σχετικών διατάξεων διεθνών πράξεων, εσωτερικού δικαίου, και εφαρμόζοντας, όπου είναι κατάλληλο, τέτοια προστατευτικά μέτρα και εγγυήσεις, ως ήθελε προνοείται στο διάταγμα επικοινωνίας.
2. Απόφαση επιστροφής παιδιού, εκδίδεται, οποτεδήποτε είναι δυνατόν, εντός έξι εβδομάδων από την ημερομηνία αίτησης για επιστροφή.
Άρθρο 17 – Έξοδα
Εξαιρουμένων των εξόδων επαναπατρισμού, κάθε Κράτος Μέρος αναλαμβάνει να μην διεκδικεί οποιανδήποτε πληρωμή από αιτητή αναφορικά με οποιαδήποτε μέτρα λαμβάνονται δυνάμει της παρούσας Σύμβασης από την ίδια την κεντρική αρχή του κράτους εκείνου εκ μέρους του αιτητή.
Άρθρο 18 – Απαιτούμενη Γλώσσα
1. Τηρουμένων οποιονδήποτε ειδικών συμφωνιών μεταξύ των ενδιαφερόμενων κεντρικών αρχών:
α. κοινοποιήσεις στην κεντρική αρχή του κράτους στο οποίο απευθύνονται γίνονται στην επίσημη γλώσσα ή σε μια από τις επίσημες γλώσσες του κράτους εκείνου ή συνοδεύονται από μετάφραση στη γλώσσα εκείνη.
β. η κεντρική αρχή του κράτους στο οποίο απευθύνονται δέχεται, εν τούτοις, κοινοποιήσεις οι οποίες γίνονται στα Αγγλικά ή στα Γαλλικά, ή συνοδεύονται από μετάφραση σε μια από τις γλώσσες αυτές.
2. Επικοινωνίες οι οποίες προέρχονται από την κεντρική αρχή του κράτους στο οποίο απευθύνονται, συμπεριλαμβανομένων των αποτελεσμάτων ερευνών οι οποίες έγιναν, δύνανται να γίνουν στην επίσημη γλώσσα ή σε μια από τις επίσημες γλώσσες του κράτους εκείνου ή στα Αγγλικά ή Γαλλικά.
3. Παρόλα ταύτα, Κράτος Μέρος, δύναται, με δήλωση η οποία απευθύνεται στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, να ενίσταται στη χρήση είτε Γαλλικών, είτε Αγγλικών, δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος Άρθρου σε οποιανδήποτε αίτηση, επικοινωνία ή άλλα έγγραφα που αποστέλλονται στις κεντρικές αρχές του.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV – ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ
Άρθρο 19 – Σχέση με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Αναγνώριση και Εφαρμογή των Αποφάσεων αναφορικά με την Κηδεμονία Παιδιών και την Αποκατάσταση της Κηδεμονίας Παιδιών.
Οι παραγράφοι 2 και 3 του Άρθρου 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης της 20ης Μαΐου 1980 (ETS No. 105) για την Αναγνώριση και Εφαρμογή των Αποφάσεων αναφορικά με την Κηδεμονία Παιδιών και την Αποκατάσταση της Κηδεμονίας Παιδιών δεν εφαρμόζονται στις σχέσεις μεταξύ των Κρατών Μερών τα οποία είναι επίσης Κράτη Μέρη της παρούσας Σύμβασης.
Άρθρο 20 – Σχέσεις με άλλες πράξεις.
1. Η παρούσα Σύμβαση δεν επηρεάζει οποιαδήποτε διεθνή πράξη στην οποία Κράτη Μέρη της παρούσας Σύμβασης είναι Μέρη ή θα γίνουν Μέρη και η οποία περιλαμβάνει διατάξεις σε θέματα που διέπονται από την παρούσα Σύμβαση. Ιδιαίτερα, η παρούσα Σύμβαση δεν επηρεάζει την εφαρμογή των ακόλουθων νομικών πράξεων:
α. Τη Σύμβαση της Χάγης της 5ης Οκτωβρίου 1961, για την αρμοδιότητα των αρχών και το εφαρμοστέο δίκαιο αναφορικά με την προστασία ανηλίκων,
β. την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την αναγνώριση και εφαρμογή αποφάσεων αναφορικά με την κηδεμονία παιδιών και την αποκατάσταση της κηδεμονίας παιδιών της 20ης Μαΐου 1980, τηρουμένου του Άρθρου 19 πιο πάνω,
γ. τη Σύμβαση της Χάγης της 25ης Οκτωβρίου 1980, για τις αστικές πτυχές της διεθνούς απαγωγής παιδιών,
δ. τη Σύμβαση της Χάγης της 19ης Οκτωβρίου 1996, για την δικαιοδοσία, εφαρμοστέο δίκαιο, αναγνώριση, εφαρμογή και συνεργασία αναφορικά με την γονική ευθύνη και μέτρα προστασίας παιδιών.
2. Τίποτα στην παρούσα Σύμβαση δεν εμποδίζει τα Μέρη να συνάπτουν διεθνείς συμφωνίες για τη συμπλήρωση ή ανάπτυξη των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης ή την επέκταση του πεδίου εφαρμογής αυτών.
3. Στις αμοιβαίες τους σχέσεις, τα Κράτη Μέρη τα οποία είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, εφαρμόζουν Κοινοτικούς κανόνες, και, ως εκ τούτου, δεν εφαρμόζουν τους κανόνες που απορρέουν από την παρούσα Σύμβαση, εκτός στην έκταση που δεν υπάρχει Κοινοτικός κανόνας, ο οποίος να ρυθμίζει το συγκεκριμένο θέμα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V – ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΗ¦ ΣΥΜΒΑΣΗΣ
Άρθρο 21 – Τροποποιήσεις
1. Οποιαδήποτε πρόταση για τροποποίηση της παρούσας Σύμβασης, που παρουσιάζεται από Μέρος, κοινοποιείται στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης και αποστέλλεται από αυτόν ή αυτήν στα Κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, οποιονδήποτε μέρος που υπογράφει τη Σύμβαση, οποιονδήποτε Κράτος Μέρος, στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, σε οποιονδήποτε Κράτος το οποίο έχει προσκληθεί να υπογράψει την παρούσα Σύμβαση σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 22 και σε οποιονδήποτε Κράτος το οποίο έχει προσκληθεί να προσχωρήσει στην παρούσα Σύμβαση σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 23.
2. Οποιαδήποτε τροποποίηση προταθείσα από Μέρος, κοινοποιείται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη Νομική Συνεργασία (CDCJ), η οποία υποβάλλει στην Επιτροπή Υπουργών τη γνωμοδότηση της για την προταθείσα τροποποίηση.
3. Η Επιτροπή Υπουργών μελετά την προταθείσα τροποποίηση και τη γνωμοδότηση που υποβάλλεται από την CDCJ και, μετά από διαβούλευση με τα Μέρη στη Σύμβαση, τα οποία δεν είναι μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, δύναται να υιοθετήσει την τροποποίηση.
4. Το κείμενο οποιασδήποτε τροποποίησης η οποία υιοθετείται από την Επιτροπή Υπουργών σύμφωνα με την παράγραφο 3 του Άρθρου αυτού αποστέλλεται στα Μέρη για αποδοχή.
5. Οποιαδήποτε τροποποίηση η οποία υιοθετείται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος Άρθρου, τίθεται σε ισχύ την πρώτη μέρα του μήνα ο οποίος ακολουθεί την εκπνοή περιόδου ενός μηνός μετά την ημερομηνία κατά την οποία όλα τα Μέρη έχουν πληροφορήσει το Γενικό Γραμματέα ότι την έχουν αποδεχθεί.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI – ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 22 – Υπογραφή και έναρξη ισχύος.
1. Η παρούσα Σύμβαση είναι ανοικτή για υπογραφή από τα Κράτη Μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, από τα Κράτη μη Μέλη τα οποία έχουν συμμετάσχει στην επεξεργασία της και από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα.
2. Η παρούσα Σύμβαση υπόκειται σε επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση. Οι πράξεις επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης, κατατίθενται στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
3. Η παρούσα Σύμβαση τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα ο οποίος ακολουθεί την εκπνοή περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία κατά την οποία τρία Κράτη, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον δύο Κρατών Μερών του Συμβουλίου της Ευρώπης, έχουν εκφράσει τη συγκατάθεση τους να δεσμευτούν από τη Σύμβαση, σύμφωνα με τις πρόνοιες της προηγούμενης παραγράφου.
4. Αναφορικά με οποιονδήποτε Κράτος το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο 1 ή την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, το οποίο εκφράζει μετέπειτα την συγκατάθεση του να δεσμευτεί από τη Σύμβαση, η Σύμβαση τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα ο οποίος ακολουθεί την εκπνοή περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία της κατάθεσης της πράξης επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης.
Άρθρο 23 – Προσχώρηση στη Σύμβαση.
1. Μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας Σύμβασης, η Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης δύναται, μετά από διαβούλευση με τα Μέρη, να καλέσει οποιοδήποτε Κράτος μη-μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης, το οποίο δεν συμμετείχε στην επεξεργασία της Σύμβασης, να προσχωρήσει στην παρούσα Σύμβαση, με απόφαση η οποία λαμβάνεται από την πλειοψηφία που προνοείται στο Άρθρο 20.δ του Καταστατικού του Συμβουλίου της Ευρώπης και με την ομόφωνη ψήφο των αντιπροσώπων των Συμβαλλομένων Κρατών τα οποία δικαιούνται να παρακαθίσουν στην Επιτροπή Υπουργών.
2. Αναφορικά με οποιοδήποτε Κράτος το οποίο προσχωρεί, η Σύμβαση τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα μετά την εκπνοή περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία κατάθεσης της πράξης προσχώρησης στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Άρθρο 24 – Εδαφική εφαρμογή.
1. Οποιοδήποτε Κράτος ή η Ευρωπαϊκή Κοινότητα δύνανται, κατά το χρόνο υπογραφής ή όταν καταθέτει την πράξη επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης, να καθορίσει την περιοχή ή τις περιοχές στις οποίες θα εφαρμόζεται η παρούσα Σύμβαση.
2. Οποιοδήποτε Μέρος δύναται, σε μεταγενέστερη ημερομηνία, με δήλωση η οποία απευθύνεται στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, να επεκτείνει την εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης σε οποιαδήποτε άλλη περιοχή η οποία καθορίζεται στη δήλωση και για τις διεθνείς σχέσεις της οποίας είναι υπεύθυνο ή εκ μέρους της οποίας είναι εξουσιοδοτημένο να λαμβάνει δεσμεύσεις. Αναφορικά με τέτοια περιοχή, η Σύμβαση τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα ο οποίος ακολουθεί την εκπνοή περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία λήψης τέτοιας δήλωσης αυτής από το Γενικό Γραμματέα.
3. Οποιαδήποτε δήλωση γίνεται βάσει των δύο προηγούμενων παραγράφων δύναται, αναφορικά με οποιαδήποτε περιοχή η οποία καθορίζεται σε τέτοια δήλωση, να αποσυρθεί με ειδοποίηση η οποία απευθύνεται στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η απόσυρση τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα ο οποίος ακολουθεί την εκπνοή περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία λήψης της ειδοποίησης αυτής από το Γενικό Γραμματέα.
Άρθρο 25 – Επιφυλάξεις.
Δε δύναται να γίνει καμία επιφύλαξη αναφορικά με οποιαδήποτε διάταξη της παρούσας Σύμβασης.
Άρθρο 26 – Καταγγελία.
1. Οποιοδήποτε Μέρος δύναται, κατά οποιονδήποτε χρόνο, να καταγγείλει την παρούσα Σύμβαση με ειδοποίηση η οποία απευθύνεται στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
2. Τέτοια καταγγελία τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα ο οποίος ακολουθεί την εκπνοή περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία λήψης της ειδοποίησης από το Γενικό Γραμματέα.
Άρθρο 27 – Ειδοποιήσεις.
Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης ειδοποιεί τα Κράτη Μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, οποιονδήποτε Κράτος που υπογράφει τη Σύμβαση, οποιονδήποτε Κράτος Μέρος, την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, οποιονδήποτε Κράτος το οποίο έχει προσκληθεί να υπογράψει την παρούσα Σύμβαση σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 22 και οποιονδήποτε Κράτος το οποίο έχει προσκληθεί να προσχωρήσει στην παρούσα Σύμβαση σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 23 για:
α. οποιαδήποτε υπογραφή.
β. την κατάθεση οποιασδήποτε πράξης επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης
γ. οποιαδήποτε ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Σύμβασης σύμφωνα με τα Άρθρα 22 και 23.
δ. οποιαδήποτε τροποποίηση η οποία υιοθετείται σύμφωνα με το Άρθρο 21 και την ημερομηνία κατά την οποία τίθεται σε ισχύ τέτοια τροποποίηση
ε. οποιαδήποτε δήλωση η οποία γίνεται δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 18.
στ. οποιαδήποτε καταγγελία η οποία γίνεται συμφώνως με τις διατάξεις του Άρθρου 26.
ζ. οποιαδήποτε άλλη πράξη, ειδοποίηση ή κοινοποίηση, ιδιαίτερα σχετιζόμενη με τα Άρθρα 10 και 11 της παρούσας Σύμβασης.
Σε μαρτυρία των πιο πάνω, οι υπογεγραμμένοι, δεόντως εξουσιοδοτημένοι προς το σκοπό αυτό, έχουν υπογράψει την παρούσα Σύμβαση.
Έγινε στο Στρασβούργο, την 15η ημέρα του Μαΐου 2003, στα Αγγλικά και Γαλλικά, τα οποία δύο κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά, σε ένα μόνο αντίγραφο το οποίο κατατίθεται στα αρχεία του Συμβουλίου της Ευρώπης. Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης, διαβιβάζει πιστοποιημένα αντίγραφα σε κάθε Κράτος μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης, στα Κράτη μη-μέλη τα οποία συμμετείχαν στην επεξεργασία της παρούσας Σύμβασης, στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και σε οποιοδήποτε Κράτος το οποίο έχει προσκληθεί να προσχωρήσει στην παρούσα Σύμβαση.
http://conventions.coe.int/Treaty/Commun/ChercheSig.asp?NT=192&CM=1&DF=&CL=ENG
Convention on Contact concerning Children
CETS No.: 192 |
Treaty open for signature by the member States, the non-member States which have
participated in its elaboration as well as of the European Community |
Opening for signature
|
Entry into force
|
Place:
Date : 15/5/2003 |
Conditions: 3 Ratifications including 2 member States.
Date : 1/9/2005 |
Status as of: 17/5/2009
Member States of the Council of Europe
States
|
Signature
|
Ratification
|
Entry into force
|
Notes
|
R.
|
D.
|
A.
|
T.
|
C.
|
O.
|
9/10/2003
|
27/5/2005
|
1/9/2005
|
X
|
X
| ||||||
15/5/2003
| ||||||||||
15/5/2003
| ||||||||||
15/5/2003
| ||||||||||
15/5/2003
|
5/2/2009
|
1/6/2009
|
X
| |||||||
15/5/2003
| ||||||||||
15/5/2003
|
27/9/2004
|
1/9/2005
|
X
| |||||||
9/10/2003
| ||||||||||
15/5/2003
| ||||||||||
15/5/2003
| ||||||||||
15/5/2003
| ||||||||||
24/9/2003
| ||||||||||
15/5/2003
|
X
| |||||||||
17/7/2006
|
16/7/2007
|
1/11/2007
|
X
| |||||||
15/5/2003
|
13/9/2004
|
1/9/2005
| ||||||||
the
| ||||||||||
15/7/2003
| ||||||||||
15/5/2003
|
21/12/2006
|
1/4/2007
|
X
| |||||||
Non-member States of the Council of Europe
States
|
Signature
|
Ratification
|
Entry into force
|
Notes
|
R.
|
D.
|
A.
|
T.
|
C.
|
O.
|
Holy See
|
International Organisations
Organisations
|
Signature
|
Ratification
|
Entry into force
|
Notes
|
R.
|
D.
|
A.
|
T.
|
C.
|
O.
|
European Community
|
Total number of signatures not followed by ratifications:
|
11
|
Total number of ratifications/accessions:
|
6
|
Notes:a: Accession - s: Signature without reservation as to ratification - su: Succession - r: Signature "ad referendum".
R.: Reservations - D.: Declarations - A.: Authorities - T.: Territorial Application - C.: Communication - O.: Objection.
R.: Reservations - D.: Declarations - A.: Authorities - T.: Territorial Application - C.: Communication - O.: Objection.
Source : Treaty Office on http://conventions.coe.int
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου