«Τώρα που η κόρη μου μπήκε στο πανεπιστήμιο, κάνει την επανάστασή της. Βγάζει όλα τα νεύρα της πάνω μου. Είναι πολύ δύσκολο για εμένα να το αντιμετωπίσω. Και το χειρότερο; Μου κάνει συνέχεια κριτική και θυμάται ό,τι λάθος έχω κάνει τα προηγούμενα χρόνια. Δε σταματά να μου τονίζει πόσο την πίεζα να κάνει πράγματα που δεν ήθελε. Έπρεπε να περάσουν 18 χρόνια για να καταλάβω ότι, τελικά, η κόρη μου δεν είμαι εγώ?»
Τα παραπάνω λόγια ακούστηκαν από μια μητέρα και φυσικά μας προβληματίζουν. «Πόσο, τελικά, πρέπει να πιέζουμε ένα παιδί να ικανοποιήσει τις επιθυμίες μας; Μήπως η πίεση αυτή θα γυρίσει εναντίον μας κάποια στιγμή;»
Τέτοια είναι τα υγιή ερωτήματα που απασχολούν τους γονείς όλων των ηλικιών. Πολλές φορές, όμως, δίνουν λάθος απαντήσεις. Πιστεύουν ότι εκείνοι ξέρουν καλύτερα από το παιδί τους ποιο είναι το μέλλον του:
«Ο γιος μου θα γίνει και ο πρώτος στο ποδόσφαιρο. Έχω αποφασίσει να τον βάλω σε ομάδα από τώρα για να γίνει αστέρι!» λέει ο μπαμπάς του πεντάχρονου Γιώργου. Ο ίδιος εξηγεί: «Εγώ δεν ήμουν ποτέ καλός στο ποδόσφαιρο. Ο πατέρας μου δεν ασχολήθηκε ποτέ μ’ εμένα. Άσε που ήμουν χοντρός σαν πεπόνι. Γι’ αυτό θέλω ο Γιώργος να ‘ναι αθληταράς!» ‘Άραγε, αυτός ο πατέρας σκέφτηκε ποτέ αν ο Γιώργος θέλει να γίνει «αστέρι στο ποδόσφαιρο»;
«Η κόρη μου πριν πάει στο δημοτικό ήξερε να διαβάζει και να γράφει άψογα. Αντί να παίζουμε και να χαζολογάμε, παίρναμε βιβλιαράκια με παραμύθια και τα διαβάζαμε μαζί. Η μικρή πολλές φορές μού ζητούσε να της πω εγώ ένα δικό μου παραμύθι, αλλά εγώ δεν είχα ιδέα. Άλλωστε, αφού ήξερε να διαβάζει, γιατί να της πω εγώ ένα παραμύθι; Τόσα βιβλία είχε!» Αυτά διηγείται η μαμά της Άννας (12 ετών), κι έχουν έντονες συγκρούσεις. Αν και η Άννα έχει άριστη επίδοση και είναι «βιβλιοφάγος», δυσκολεύεται να έχει μια ζεστή και κοντινή σχέση με τη μητέρα της.
Όταν η επιθυμία του γονιού συγκρούεται με το όνειρο του παιδιού
Ο γονιός που πιέζει το παιδί να κάνει κάτι που εκείνο δεν επιθυμεί, μάλλον κουράζεται άδικα. Αργά ή γρήγορα, το παιδί θα ανακαλύψει την πραγματική του επιθυμία και θα κάνει κάτι γι’ αυτήν. Τότε υπάρχουν τρεις περιπτώσεις:
- Το παιδί επαναστατεί και αρνείται πεισματικά να ακολουθήσει την επιθυμία του γονιού.
- Το παιδί συμβιβάζεται με την επιθυμία του γονιού, αν και γνωρίζει πως έχει διαφορετικά όνειρα. Τότε, το παιδί θυμώνει με τον εαυτό του που δεν διεκδικεί το όνειρό του. Συνήθως απομακρύνεται συναισθηματικά από τον γονιό.
- Το παιδί αλλάζει όνειρα και ταυτίζει την επιθυμία του με εκείνη των γονιών του. Για παράδειγμα, ενώ μπορεί να μην του αρέσει να μάθει βιολί, ενώ οι γονείς θέλουν, τελικά ανακαλύπτει ότι το βιολί τού αρέσει!
Γιατί οι γονείς δεν ακούνε τις επιθυμίες των παιδιών;
Η απάντηση είναι απλή: γιατί ακούνε πρώτα τις δικές τους επιθυμίες. Έτσι δεν υπάρχει χώρος για να ακουστούν και οι επιθυμίες του παιδιού.
Οι γονείς, συνήθως, επιθυμούν για το παιδί τους:
- να κάνει κάτι που εκείνοι δεν κατάφεραν να κάνουν («αφού δεν έμαθα χορό, θα μάθει το παιδί μου»),
- να επαναλάβει και να προεκτείνει αυτό που εκείνοι έκαναν πολύ καλά («αφού έχω ωραίο σώμα, θα πρέπει να έχει και το παιδί μου»),
- να κάνει κάτι που ήταν επιθυμία του παππού/γιαγιάς κ.λπ. («ο παππούς θέλει να καθίσει το εγγονάκι του όλο το καλοκαίρι στο χωριό, αλλά εκείνο ονειρεύεται παιχνίδια με τους φίλους του στην πόλη. Τι να κάνουμε όμως; Ο παππούς είναι παππούς»),
- να κάνει κάτι που θα βγάλει εκείνους από τη δύσκολη θέση («αποφάσισα να στείλω το παιδί μου σε δύο κατασκηνωτικές περιόδους, μπας και ησυχάσω λίγο»).
Στην ουσία, οι επιθυμίες των γονιών προέρχονται από κάποιες πιο παιδικές τους ανάγκες. Συνήθως, θέλουν να νιώσουν ότι αξίζουν και ότι είναι καλοί γονείς. Είναι τόσο έντονη αυτή η ανάγκη για αναγνώριση, που ξεχνούν ότι και το παιδί έχει ανάγκη από αναγνώριση.
Αναγνωρίζοντας τα όνειρα του παιδιού μας
Το παιδί εισπράττει αγάπη όταν οι γονείς αναγνωρίζουν τις επιθυμίες και τα όνειρά του, και δείχνουν κατανόηση. Φυσικά, δεν χρειάζεται οι γονείς να εκπληρώσουν όλες αυτές τις επιθυμίες. Αυτό που χρειάζεται να κάνουν, είναι:
- να αναγνωρίσουν ότι το παιδί τους είναι κάτι διαφορετικό από εκείνους. Επομένως, έχει άλλες ανάγκες και επιθυμίες,
- να ρωτήσουν ευθέως το παιδί τι πραγματικά θέλει να κάνει,
- να βοηθήσουν το παιδί να αναγνωρίσει τις ανάγκες του μέσα από ερωτήσεις που περιέχουν τις λέξεις πολύ/λίγο. Για παράδειγμα: «Τι σου αρέσει πιο πολύ;/ Τι θα ήθελες πιο πολύ να κάνεις τώρα;/ Τι θα ήθελες να σου λέμε;/ Ποιο πράγμα σου λείπει πιο πολύ τώρα που είμαστε σε διακοπές;»,
- να θυμηθούν πόσο θύμωναν εκείνοι ως παιδιά όταν οι δικοί τους γονείς δεν αφουγκράζονταν τα όνειρά τους,
- να παρατηρούν το παιδί τους, ώστε να βλέπουν τα έμφυτα ταλέντα του και τις πραγματικές του δυνατότητες,
- να βοηθούν το παιδί να κατανοήσει πότε ένα όνειρό του μπορεί να πραγματοποιηθεί και πότε όχι,
- να αγαπήσουν το παιδί τους όπως είναι και όχι όπως θα ήθελαν να είναι.
Κάνουμε όνειρα για το παιδί με το παιδί
Δεν υπάρχει τίποτα πιο όμορφο από μια οικογένεια ενωμένη, όπου ονειρεύονται όλοι μαζί για το μέλλον. Ας δώσουμε, λοιπόν, χώρο στο παιδί να εκφράσει τις επιθυμίες του, ας συζητήσουμε γι’ αυτές και τότε θα δούμε να ανοίγεται μπροστά μας αυτό που έχουμε όλοι ονειρευτεί: ζεστασιά και αποδοχή?
Της Θεοδοσίας Καραγιάννη, σχολικής ψυχολόγου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου